- ἔκτανεν
- κτείνωkillaor ind act 3rd sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
ГРИФЫ — • Griphi, γρι̃φοι, собственно «сети»; в переносном смысле в позднейший греческий период александрийских ученых это слово обозначало трудный род загадок в прозе и стихах, требующих для разрешения особенного напряжения ума; этим… … Реальный словарь классических древностей
ГРИФЫ — • Griphi, γρι̃φοι, собственно «сети»; в переносном смысле в позднейший греческий период александрийских ученых это слово обозначало трудный род загадок в прозе и стихах, требующих для разрешения особенного напряжения ума; этим… … Реальный словарь классических древностей
παρακλίντωρ — ορος, ὁ, Α αυτός που δειπνεί ξαπλωμένος κοντά σε κάποιον άλλο, δηλ. ο συμποσιαζόμενος, ο φιλοξενούμενος («παρακλίντορας ἔκτανεν ἄνδρας», Ανθ. Παλ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < παρακλίνω + επίθημα τωρ (πρβλ. σημάν τωρ)] … Dictionary of Greek
σκήπτρο — Σύμβολο της βασιλικής εξουσίας. Με τον όρο αυτό χαρακτηριζόταν αρχικά, οποιαδήποτε απλή ράβδος, που χρησίμευε σαν στήριγμα στους γέρους και τους οδοιπόρους. Σταδιακά έγινε σύμβολο της εξουσίας των βασιλιάδων και από ένα απλό ξύλινο ραβδί… … Dictionary of Greek